Η είδηση για την ενδεχόμενη μεταφορά του υπουργείου Οικονομικών από την πλατεία Συντάγματος στην περιοχή του Βοτανικού μάς πάγωσε. Ολους όσοι έχουμε δώσει πολύχρονους αγώνες από διαφορετικές θέσεις και πολιτικές αντιλήψεις, χρόνια τώρα, ώστε να επιστρέψει η ζωή στο Κέντρο. Η οικονομική κρίση οδηγεί στην αδήριτη αναγκαιότητα για την εξοικονόμηση χρημάτων από τον σκληρό πυρήνα του κράτους. Κατανοητή, εκ πρώτης, η βούληση για τη μεταφορά όλων των υπηρεσιών σε ένα κτίριο με στόχο τη δραστική μείωση.
Ομως, αναδεικνύεται και πάλι το ουσιαστικό, διαχρονικά, πρόβλημα. Αυτό της έλλειψης κεντρικού σχεδιασμού και ισοζυγίου, με αποτέλεσμα να οδηγείται η Αθήνα σε προσβλητική, για την ιστορική της σημασία, υποβάθμιση. Ερήμωση. Σε αφανισμό! Οταν όντως θα μπορούσε να αναμορφώσει το κέντρο της πρωτεύουσας η μετακίνηση δημοσίων υπηρεσιών, τίποτε δεν προχώρησε από τις πολυδάπανες πολεοδομικές μελέτες, τις μεγαλεπήβολες υπουργικές ανακοινώσεις. Χάθηκε, δυστυχώς, η εποχή που η «αποκέντρωση» ήταν θέμα καθημερινής συζήτησης λόγω του… κεντροκτόνου νέφους, αρχικά, και εν συνεχεία του ασφυκτικού κυκλοφοριακού προβλήματος. Της λογικής για ένα αναβαθμισμένο κέντρο -που μέσω του έργου της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων, πρόλαβε να αποδείξει τις θετικές πλευρές των αναπλάσεων- δυστυχώς επικράτησε η αγκυλωμένη σε δημοσιοϋπαλληλικές βολές κυβερνητική πολιτική. Η κατανάλωση της νεοπλουτιάς, με δανεικά φυσικά, είχε μετατρέψει τον αστικό ιστό σε μια συνήθως ακινητοποιημένη μάζα αυτοκινήτων, καυσαερίων, ηχορρύπανσης και εύκολης εμπορευματοποίησης, όπου τα ισόγεια διαμερίσματα σε κεντρικούς δρόμους στις κλασικά αστικές περιοχές σ’ ένα βράδυ γίνανε «μπουτίκ» ή ηχορρυπαντικά έως τα ξημερώματα μπαρ και «ρέστοραντ»! Σωρηδόν.
Ηταν η μακρά περίοδος της επιδεικτικής περιδιάβασης με τζιπάρες τύπου χιονισμένος Παρνασσός, στα στενά του σαββατιάτικου Κολωνακίου. Ηταν η εποχή που κατσικωμένοι οι δημόσιοι υπάλληλοι στη μονιμότητα του «ένα λεπτό, πετάγομαι μέχρι τον Χόντο» ή «πάω κομμωτήριο, χτύπα την κάρτα μου» είχε την κερδοφόρο αποδοχή από τα μαγαζιά της περιοχής. Την ίδια ακριβώς περίοδο από τα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα, η άμετρη ευκολία για στεγαστικά δάνεια, από κοινού με τη μιντιακή επικράτηση του βορειο-νοτιο-ανατολικού «life and style», μετέτρεψε ό, τι αγαπήσαμε στην Αθήνα μας -Μουσείο-Κυψέλη-Πατησίων-πλατεία Αμερικής- σε βρωμερά και επικίνδυνα γκέτο.
Την ώρα που το κέντρο των Αθηνών απογυμνώνεται απ’ τα καθημερινά του «στολίδια» -όταν αυτά δεν φλέγονται απ’ τις μολότοφ και τους βανδαλισμούς ή όταν δεν πνίγονται από τα δακρυγόνα ξενοδοχεία, καταστήματα, κάτοικοι, επιχειρήσεις, όταν τα ήδη εναπομείναντα εμπορικά εκλιπαρούν για το δικαίωμά τους να ανεβάζουν ρολά- οι δημοσιονομικές προσαρμογές της πολιτείας υπερκαλύπτουν άλλες ανάγκες. Ουσιαστικότερες για το μέλλον της Αθήνας.
Επρεπε να πατώσουμε για να αντιληφθεί το κράτος και οι εκτελεστικοί των κυβερνήσεων πως 78.000 ευρώ νοίκι μόνο για το κτίριο της Καραγεώργη Σερβίας ήταν δυσβάστακτο για μια μεσογειακή Οικονομία, ενώ, εκεί, παραδίπλα, βρίσκονταν, χρόνια ξενοίκιαστα, μεγαλεπήβολα κουφάρια κτιρίων, ιδιοκτησίας του Δημοσίου ή Ταμείων.
Λαμπρό παράδειγμα το πρώην ξενοδοχείο «Ambassador» στην οδό Λυκούργου, πρώην Εφετείο, ιδιοκτησίας του Επικουρικού ΤΕΑΙΤ, που κατέληξε σε δημόσιο κίνδυνο από την εισβολή εκατοντάδων αστέγων λαθρομεταναστών και το οποίο από την διά της Αστυνομίας εκκένωσή του -το 2009- παραμένει ξενοίκιαστο!
Πόσο νοικοκυρίστικο μυαλό μιας κλασικής Αθηναίας νοικοκυράς τούς λείπει για να ξεχάσουν από τον χάρτη της «εξοικονόμησης» τα άδεια δημόσια κτίρια στο κέντρο; Τόσο μυαλό τους λείπει, όπως λείπει και η ψυχή απ’ την καθημερινότητας της πόλης μας.
Ωραία, λοιπόν. Κερδίστε 75.000 ευρώ τον μήνα από το νοίκι και πολλαπλασιάστε το με τα εκατοντάδες εκατομμύρια που χάνονται καθημερινά από μια πόλη που αδειάζει, για να την κατακλύσουν οι απελπισμένοι. Οι λαθραίοι. Οι άρρωστοι της ζωής. Οι άστεγοι συμπολίτες.
Αλλά και αυτοί θα μας εγκαταλείψουν σιγά σιγά, γιατί και η αστική δυστυχία θέλει συντροφιά!
Ακόμα και οι αδέσποτοι σκύλοι του κέντρου δυσκολεύονται, μέρα τη μέρα, στη Σταδίου ή την Ερμού, να βρουν κατάστημα με ανοιχτά ρολά, για να ξαπλώσουν στο χαλάκι της εισόδου του. Οπως και η Αθήνα μας, έχουν κι αυτοί «ψυχή».
* Η κ. Φωτεινή Πιπιλή είναι γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής και βουλευτής Α΄ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου